Page 41 - Θέκλα Πετρίδου | Η ανατομία μιας γυναίκας
P. 41

άλλους.  ΄Εχει  μια  δική  της  ελκυστικότητα  και  αυταρχικότητα.  Είναι

          ιδιαίτερα έξυπνη και μορφωμένη και έχει άτεγκτη άποψη για τα πράγματα.
          Είναι  συνήθως  απόμακρη  συναισθηματικά,  αλλά  κάποιες  φορές

          εκδηλώνεται ιδιαίτερα τρυφερά. Είναι δασκάλα στο επάγγελμα.


          Ο πατέρας μου συνδεόταν μαζί μου με τον εξής τρόπο :
          Από  μωρό  παρακολουθούσε  όλα  μου  τα  βήματα  με  ενθουσιασμό.
          Κατ’ακρίβεια αυτός ήταν που με έμαθε να περπατώ από πολύ νωρίς και να

          μιλώ πριν ακόμη κλείσω τον πρώτο χρόνο της ζωής μου. Πάντα πίστευε σε
          μένα και στις δυνάμεις μου. ΄Ετσι με δίδαξε την αισιοδοξία και την πίστη

          στον  εαυτό  μου  και  σ’ένα  καλύτερο  μέλλον.  Αυτό  είναι  ένα  σημαντικό

          κομμάτι του εαυτού μου.
          Η  μητέρα  μου  από  την  άλλη,  βέβαια,  είναι  απαισιόδοξη  και  καχύποπτη.
          ΄Ετσι κληρονόμησα το άλλο μου κομμάτι, αυτό της απαισιοδοξίας και της

          καχυποψίας απέναντι στον εαυτό μου. Αυτά είναι τα δυο μου κομμάτια, τα
          οποία  αντιμάχονται  το  ένα  το  άλλο  με  ενίοτε  αρητικά  η  θετικά

          αποτελέσματα.»

          Η  Φωτεινή  έθεσε  σωστά  το  θέμα  αυτό.  Όταν  οι  δυο  γονείς  είναι

          διαφορετικοί  χαρακτήρες,  και  έχουν  και  οι  δύο  γεμάτη  και  έντονη
          συναισθηματικά  σχέση  με  το  παιδί  τους,  τότε  το  παιδί  παίρνει  και  από

          τους  δυο  όλως  αντίθετα  στοιχεία  στο  χαρακτήρα  και  την  ψυχοσύνθεση
          από τα οποία καλείται να διαλέξει κάποια και να απορρίψει άλλα ή να τα

          συνδυάσει  επιτυχώς  και  όχι  σχιζοφρενικά,  ωριμάζοντας  έτσι  και
          αποκτώντας δικό του εαυτό.


          «Μεγαλώνοντας  ένιωθα  πως  όφειλα  πολλά  στον  πατέρα  μου.  Πως  ήταν
          ανεξήγητα κι ανέλπιστα καλός μαζί μου. ΄Ετσι εγώ έπρεπε να φροντίζω να

          τον  ευχαριστώ  για  τα  καλά  που  μου  προσέφερε,  φτιάχνοντάς  του  καφέ,
          φέρνοντάς του τις παντόφλες του κι ακούγοντας τα παράπονά του, για τη

          δουλειά, για το σπίτι, ακόμη και για τη μητέρα μου. Τα παράπονά για τη
          μητέρα  μου,  δεν  τα  έλεγε  βέβαια  φανερά,  αλλά  συγκαλυμμένα.  ΄Οταν

          δηλαδή τσακωνόμουνα εγώ μαζί της, τις φορές που έπαιρνε το μέρος μου,

                                                                                                           40
   36   37   38   39   40   41   42   43   44   45   46